Γιάννης Γκούμας: «Πλήρωσα το μάρμαρο της κόντρας για την οικογένεια - Eίχαν βάλει λόγια στον Τεν Κάτε για εμένα»

Δημοσιεύθηκε 3 χρόνια πριν, στις 2:32:0 6/10/2021,

Ο Πράσινος Τύπος εξασφάλισε την μεγαλύτερη συνέντευξη που έχει δώσει ποτέ ο Γιάννης Γκούμας στο PAO Magazine.gr και στον Ηλία Λιβάνιο και σας την παρουσιάζει!

Ο Γιάννης Γκούμας δίνει μια από τις μεγαλύτερες συνεντεύξεις της καριέρας του στο PAO Magazine. Το πιο κατάλληλο μέσο για να μιλήσει ο άνθρωπος που φόρεσε επί 15 χρόνια μόνο μια φανέλα ως επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Σκαλίζει το παρελθόν και εξιστορεί γεγονότα από τα ποδοσφαιρικά του χρόνια, τη σχέση του με την οικογένεια Βαρδινογιάννη, το πικρό του αντίο, αλλά φυσικά και την επόμενη ημέρα για τον ίδιο που είναι προπονητής της Εθνικής Ελπίδων. Το εάν θα τον ξαναδούμε στον σύλλογο που αγάπησε όσο λίγοι θα φανεί τα επόμενα χρόνια.

Ήταν πλήρως συνειδητή η απόφασή σας να παίξετε σε όλη την καριέρα σας μόνο στον Παναθηναϊκό;

Εγώ ξεκίνησα, όπως ξέρετε όλοι, από τις ακαδημίες του Παναθηναϊκού, εκεί ανδρώθηκα. Σταδιακά ανέβηκα στην πρώτη ομάδα και είχα τη τύχη και την ευτυχία να μην παίξω για άλλη ομάδα, να μη φορέσω άλλη φανέλα. Σίγουρα αυτό ήταν κάτι συνειδητό, παρότι είχα προτάσεις από άλλες ομάδες και κατά την διάρκεια της παραμονής μου στον σύλλογο, αλλά και όταν έφυγα από τον Παναθηναϊκό. Είχα δύο, τρεις δελεαστικές προτάσεις για να συνεχίσω την καριέρα μου, αλλά είχα στο μυαλό μου ότι δεν έπρεπε να φορέσω άλλη φανέλα, διότι ο κόσμος με είχε συνηθίσει ως αρχηγό του Παναθηναϊκού και δεν ήθελα να χαλάσω την εικόνα που είχαν όλοι για εμένα. Ήταν συνειδητό το να μην παίξω για άλλη ομάδα.

Θέλετε να μας πείτε ποιες ομάδες σας είχαν προσεγγίσει;

Σε ηλικία 26 χρονών, όταν τελείωνε το συμβόλαιο μου, είχα μια πρόταση από την Παρί Σεν Ζερμέν, η οποία δεν ήταν τότε το μεγαθήριο που είναι σήμερα με τους Άραβες, βρισκόταν στη μέση της βαθμολογίας, αλλά δεν ήθελα να το ρισκάρω, γιατί ήμουν αρχηγός στην ομάδα του Παναθηναϊκού και δεν ήθελα να πάω σε αχαρτογράφητα νερά για μένα. Στο τέλος της καριέρας μου, όταν ήμουν 33 ετών μου έκαναν προτάσεις ο Πανιώνιος και η Λάρισα. Ο Πανιώνιος είχε τότε τον Τσακίρη στην ιδιοκτησία, με Ρεκόμπα, Εστογιανόφ και ήταν πολύ δυνατή ομάδα και μου πρότεινε να πάω να παίξω εκεί, από τη στιγμή που είχε διακοπεί το συμβόλαιο μου με τον Παναθηναϊκό. Εγώ τότε -σκεπτόμενος πως ήθελα να φορέσω μόνο μια φανέλα στην καριέρα μου- αποφάσισα πως δεν έπρεπε να πάω, αν και είχα σίγουρα ακόμη δύο χρόνια καριέρας.

Τι είχε εκείνος ο παλιός Παναθηναϊκός, που τον έκανε ξακουστό σαν μέγεθος σε όλη την Ευρώπη;

Ξεκίνησα την ποδοσφαιρική μου καριέρα στα 18 μου, όντας στον πάγκο μέσα στο Άμστερνταμ με την κούρσα του Γιώργου Δώνη και την πάσα στον Κριστόφ Βαζέχα που έβαλε το γκολ. Ήμουν στον πάγκο και βίωσα όλη αυτή την κατάσταση μέσα στη ψυχή μου και με σημάδεψε και έδωσε έναυσμα σε εμάς τα νέα παιδιά που ξεκινούσαμε τότε να συνεχίσουμε αυτή την τεράστια προσπάθεια των παιδιών που πήγαιναν σε οποιαδήποτε έδρα του εξωτερικού και μπορούσαν να πάρουν μεγάλα αποτελέσματα. Ο Παναθηναϊκός πήγαινε σε έδρες που θεωρητικά ήταν από τις μεγάλες δυνάμεις στην Ευρώπη και μπορούσε άνετα να πάρει αποτέλεσμα, χωρίς να φοβηθεί και χωρίς να έχει κόμπλεξ. Θεωρώ πως ήταν η πρώτη ελληνική ομάδα που έδειξε αυτό τον δρόμο και στη συνέχεια και οι άλλες ελληνικές ομάδες μπόρεσαν και κατάφεραν να φέρνουν αποτελέσματα στη χώρα μας.

Πως νιώσατε όταν μπήκατε για πρώτη φορά στο γήπεδο ως αρχηγός του «Τριφυλλιού»; Ήταν κάποιο μεγάλο βάρος για εσάς ή ένας ακόμη λόγος να ηγηθείτε;

Ξεκίνησα από τις ακαδημίες της ομάδας και ήταν μεγάλη τιμή όταν φόρεσα πρώτη φορά το περιβραχιόνιο του αρχηγού. Σίγουρα ήταν ένα μεγάλο βάρος για μένα, διότι το να είσαι αρχηγός σε μια ομάδα όπως ο Παναθηναϊκός που είναι από τις καλύτερες στην Ελλάδα και τότε ήταν από τις καλύτερες στην Ευρώπη, ήταν μεγάλη ευθύνη. Έπρεπε να είσαι το πρότυπο, να εμπνέεις τους συμπαίκτες. Όταν κάποιος από τους συμπαίκτες μου παραφερόταν, όφειλα να τον φέρω στον σωστό δρόμο και να χαράξω ως αρχηγός την πορεία που έπρεπε, ώστε να τιμάνε και να υψώνουν ψηλά τη σημαία της ομάδας. Θεωρώ ότι μέσα από τα παιχνίδια, μέσα από τις προπονήσεις και μέσα από την οικογένεια που είχαμε δημιουργήσει, όλοι όσοι ήμασταν συμπαίκτες, με βοηθούσαν όλοι για να αντεπεξέλθω στα καθήκοντα μου.

Από τα 404 ματς στα οποία έχετε αγωνιστεί με τα πράσινα, ποιο θα θέλατε είτε να ξαναπαίξετε είτε να ξαναζήσετε;

Αυτό που μου έρχεται αυτή τη στιγμή είναι το ματς με την Μπαρτσελόνα, μέσα στην Ισπανία, τον επαναληπτικό. Είχαμε κερδίσει το πρώτο παιχνίδι με το πέναλτι του Άγγελου Μπασινά και πήγαμε στο Καμπ Νου, όπου προηγηθήκαμε με το γκολ του Κωνσταντίνου. Στη συνέχεια δεχθήκαμε τρία γκολ από την Μπαρτσελόνα και ήθελε το παιχνίδι περίπου δεκαπέντε λεπτά για να λήξει. Σε εκείνο το σημείο τη σφυροκοπούσαμε ανελέητα και χάσαμε τεράστιες ευκαιρίες, κυρίως με τον Βλάοβιτς. Αυτό που μένει χαραγμένο στο μυαλό μου είναι πως 100.000 φίλαθλοι σφύριζαν έντονα για να λήξει το παιχνίδι, εξαιτίας της ασφυκτικής πίεσης που ασκούσαμε. Χάσαμε αρκετές ευκαιρίες και φαινόταν η αγωνία όλων των φιλάθλων που περίμεναν πως και πως για να λήξει το παιχνίδι. Είχε δημιουργηθεί η εντύπωση πως θα βάζαμε γκολ και πως θα αποκλείαμε την Μπαρτσελόνα. Με αυτή την εικόνα ένιωθα ότι εμείς ήμασταν η Μπαρτσελόνα και πως η Μπαρτσελόνα ήταν ο Παναθηναϊκός. Από εκεί και πέρα όλες αυτές οι στιγμές που ζήσαμε στην Ευρώπη είναι ανεπανάληπτες. Μέσα στην Ίντερ του Μουρίνιο το διπλό με 0-1, όπου ο Σέζαρ έβγαλε την κεφαλιά μου και ο Σαριέγκι με κοντινή προβολή άνοιξε το σκορ. Αν δείτε εκείνη την ομάδα της Ίντερ και ποιοι παίκτες έπαιζαν, σε πιάνει δέος. Αυτό ήταν ένα σημαντικό διπλό, καθώς είχαμε ξεκινήσει με με δύο ήττες και μια ισοπαλία και στον δεύτερο γύρο κάναμε τρεις νίκες και βγήκαμε πρώτοι. Στο ματς με την Ίντερ ήταν συγκλονιστικός και ο κόσμος του Παναθηναϊκού που είχε κατακλύσει το γήπεδο και είχαμε ζήσει μαγικές στιγμές.

Πως καταλήξατε να γυρίσετε στην άμυνα και γιατί συνέβη αυτό;

Εγώ ξεκίνησα στις ακαδημίες ως σέντερ φορ και είχα έφεση στο γκολ. Ο Ρότσα ήταν αυτός που με γύρισε στα χαφ, ενώ ο Δανιήλ με καθιέρωσε ως στόπερ και νομίζω πως ήταν μια σωστή επιλογή και από τους δύο προπονητές, γιατί τότε έπαιζε ο Βαζέχα σέντερ φορ και δεν θα έπαιζα ποτέ. Θα έμενα στον πάγκο, διότι ο Κριστόφ Βαζέχα ήταν, είναι και θα είναι ο καλύτερος σέντερ φορ που έχει περάσει από την Ελλάδα.

Ποιο από τα 36 γκολ που έχετε σκοράρει θυμάστε πιο έντονα και γιατί; Πως καταφέρνατε και βάζατε τόσο όμορφα γκολ;

Ένα γκολ που έβαλα με την Παναχαϊκή είχε ψηφιστεί από τους φιλάθλους στην Αθλητική Κυριακή ως το καλύτερο γκολ στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου. Είναι από τα ξεχωριστά γκολ που έχω βάλει, μιας και ήταν σπάνιας ομορφιάς. Από εκεί και πέρα το γκολ που έχω βάλει μέσα στο Τορίνο, αρκετά έξω από την περιοχή, στον Φαν Ντερ Σααρ, στο γάμμα, όπου η μπάλα πήγε στα δίχτυα με εξωτερικό φάλτσο. Ήταν τρομερό. Όπως τρομερό ήταν και αυτό με την Ρέιντζερς. Ήμουν τόσο χαρούμενος όταν άνοιξα το σκορ και τόσο λυπημένος όταν δεχθήκαμε την ισοφάριση στα τελευταία λεπτά, σε ένα ματς που η Ρέιντζερς έβαλε γκολ με μια φάση, ενώ εμείς είχαμε χάσει αρκετές ευκαιρίες. Πάντως, είναι κάποια γκολ που σου μένουν χαραγμένα και είναι και σπάνιας ομορφιάς.

Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός πως δεν καταφέρατε να βάλετε κάποιο γκολ με την Εθνική. Τι πιστεύετε πως... έφταιξε;

Όντως με την Εθνική δεν ευτύχησα να βάλω κάποιο γκολ, αν και δεν είχα τόσες συμμετοχές. Βρέθηκα σε καλό σημείο σε αρκετές φορές, αλλά δεν τα κατάφερα. Είναι θέμα τύχης, αλλά ίσως με τη φανέλα του Παναθηναϊκού να είχα μεγαλύτερη ρέντα.

Η μεγαλύτερη στιγμή σας με τον Παναθηναϊκό ήταν το νταμπλ του 2004;

Σίγουρα είναι μια από τις μεγαλύτερες στιγμές το νταμπλ του 2004, διότι η ομάδα είχε καιρό να πάρει πρωτάθλημα και το συνδύασε και με το κύπελλο. Νομίζω ότι ήταν η καλύτερη χρονιά της καριέρας μου και σε τίτλους, αλλά και σε απόδοση, μιας και πήραμε και το Euro 2004, όπου ήμουν μέλος της εθνικής ομάδας.

Εκείνο το πρωτάθλημα έχει σημαδευτεί από το δικό σας τέρμα για το 2-2 με τον Ολυμπιακό στη Λεωφόρο. Θα ερχόταν ο τίτλος δίχως εκείνο το γκολ;

Ήταν πολύ σημαντικό γκολ, καθώς ισοφάρισα σε 2-2, ενώ χάναμε μέχρι το 80 και δεν αφήσαμε τον Ολυμπιακό να μας περάσει, μιας και πριν τη σέντρα ήμασταν με ένα βαθμό μπροστά. Με αυτό το γκολ παραμείναμε πρώτοι και απέμεναν τρεις αγωνιστικές. Ήταν γκολ τίτλου, διότι ο Ολυμπιακός θα μας πέρναγε σε περίπτωση επικράτησης, αλλά κάναμε το 3/3, όπως και ο αιώνιος αντίπαλος και έτσι κρίθηκε το πρωτάθλημα.

Άξιζε ο Παναθηναϊκός περισσότερα πρωταθλήματα και Κύπελλα από αυτά που τελικώς κατέκτησε;

Η ομάδα του Κυράστα που έπαιζε ποιοτικό και επιθετικό ποδόσφαιρο και κάναμε ρεκόρ συγκομιδής βαθμών, αλλά ο Ολυμπιακός μας πέρασε οριακά. Εκείνη την περίοδο η ομάδα άξιζε περισσότερους τίτλους και δεν τα κατάφερε. Ήταν αδικημένη αυτή η ομάδα και αυτή η φουρνιά παικτών. Ήταν η καλύτερη ομάδα του πρωταθλήματος.

Κεφάλαιο οικογένεια Βαρδινογιάννη. Πείτε μας πώς ζήσατε εσείς την οικογένεια που βρισκόταν στα ηνία του συλλόγου σχεδόν επί τρεις δεκαετίες.

Η οικογένεια Βαρδινογιάννη με στήριξε, με έφερε στον σύλλογο και ήταν κοντά μου στα πρώτα μου βήματα. Όταν ήμουν πιτσιρικάς με συμβούλευε ο Καπετάνιος, με την προσωπικότητα και την επιβλητική του μορφή. Έδινε συμβουλές και τον θεωρώ ως δεύτερο πατέρα μου. Στην συνέχεια ανέλαβε η οικογένεια Βαρδή, μαζί με τον Τζίγγερ και θεωρώ πως είναι κρίμα που αυτή η οικογένεια έφυγε από την ομάδα του Παναθηναϊκού, που αναγκάστηκε να φύγει για την ακρίβεια, με τα συλλαλητήρια που είχαν γίνει και νομίζω ότι οι επιπτώσεις είναι ακόμη έντονες. Δεν μπορεί να βρει τον δρόμο της η ομάδα και δεν μπορεί να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο και να διεκδικεί τον τίτλο και να είναι ομάδα που να στέκεται πολύ καλά στην Ευρώπη. Σίγουρα της ομάδας της λείπει η Ευρώπη και το να διεκδικεί το πρωτάθλημα μέχρι τέλους και να το κατακτά. Νομίζω ότι η φυγή της οικογένειας έπαιξε σημαντικό ρόλο για να έχει ο σύλλογος όλα αυτά τα προβλήματα. Πάντα έλεγα την αλήθεια και δεν φοβάμαι να την πω, ανεξάρτητα από τις επιπτώσεις. Ό,τι πιστεύω θα το λέω και πάντα θα το λέω. Άσχετα αν οι περισσότεροι με κατηγορούν πως ήμουν... βαρδινογιαννικός, η αλήθεια πρέπει να λέγεται, γιατί με την οικογένεια πάντα κάναμε τρομερές πορείες στην Ευρώπη, πάντα ήμασταν διεκδικητές του τίτλου και είτε το χάναμε στο τέλος είτε το παίρναμε και ουσιαστικά ο κόσμος είχε τεράστιες απαιτήσεις τότε. Αν έχανες ένα παιχνίδι από τον Ολυμπιακό ή την ΑΕΚ γίνονταν λαϊκά δικαστήρια. Τώρα εάν χάνεις ένα παιχνίδι, έχει συμβιβαστεί ο κόσμος και δεν τρέχει τίποτα, κάτι που με πειράζει εμένα και θεωρώ ότι έχει μικρύνει η ομάδα και πρέπει σιγά σιγά ο Παναθηναϊκός να στεριώσει, να δείξει το ανάστημα του και να φτάσει εκεί που θέλουν οι φίλαθλοι του και εμείς οι παλιοί ποδοσφαιριστές.

Σας πίκρανε ο τρόπος που αποχωρήσατε από την ομάδα; Πόσο μάλλον όταν μιλάμε για έναν ποδοσφαιριστή σαν κι εσάς, που δεν έβγαλε ποτέ την «πράσινη» φανέλα από πάνω του.

Σίγουρα με πλήγωσε αφάνταστα όλη αυτή η κατάσταση και το πως εξελίχθηκαν τα πράγματα και γενικά η αποπομπή μου από τον Παναθηναϊκό. Εγώ είχα ακόμη ένα χρόνο συμβόλαιο και δεν με άφησαν να το ολοκληρώσω. Προπονητής ήταν ο Τεν Κάτε, στον οποίο είχαν βάλει λόγια και του είχαν πει πράγματα για μένα. Αυτό φάνηκε και όταν έφυγε, μιας και βγήκε και ο ίδιος σε συνέντευξη του είπε πως ένα από τα λάθη που είχε κάνει ήταν ότι πίστεψε ανθρώπους που δεν έπρεπε και πως ήταν λάθος η συμπεριφορά του απέναντι μου. Γενικά, όμως όλη αυτή η αντιμετώπιση που είχα με πείραξε, ενώ πέρασαν 15 χρόνια φορώντας τη φανέλα της ομάδας, παίζοντας με σπασμένα κεφάλια, με ενέσεις για να μπορέσω τα δώσω όλα, πάντα έδινα τον καλύτερο μου εαυτό είτε έπαιζα με πυρετό είτε χωρίς. Όλο αυτό περνούσε από το μυαλό μου και με έπιανε ένα παράπονο, σκεπτόμενος για ποιον λόγο να έχω αυτή την αντιμετώπιση. Αλλά μετά, σχετικά με την κατάσταση έλεγα πως δεν είχαν πρόβλημα μαζί μου όλοι αυτοί εκείνη τη στιγμή, αλλά υπήρχε ένας πόλεμος μεταξύ... βαρδινογιαννικών και αντί-βαρδινογιαννικών. Μέσα από εμένα προσπαθούσαν να χτυπήσουν αυτό το μέτωπο, διότι όπως γνωρίζουν όλοι εγώ ανδρώθηκα με την οικογένεια Βαρδινογιάννη και θεωρούσαν πως με το να διώξουν εμένα τότε πως γινόταν «αποβαρδινογιαννοποίηση». Έτσι πλήρωσα το μάρμαρο εγώ, εξαιτίας αυτής της κόντρας. Το θετικό για μένα είναι όταν προχωράω στον δρόμο, μέχρι και σήμερα, όλοι οι φίλαθλοι, ανεξάρτητα από την ομάδα που υποστηρίζουν, μου δείχνουν την αγάπη τους και μου λένε πως ήσουν ένα πρότυπο και με το ήθος σου και με την απόδοση σου και αυτό μου δείχνει πως ο κόσμος με αγαπάει ακόμη και πόσο αναγνωρίζει αυτά που προσέφερα τόσα χρόνια στο σύλλογο.

Διαβάστε όλη τη συνέντευξη στο PAO Magazine.

 

 

Ακολουθήστε το Prasinostypos.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο Prasinostypos.gr